- σμερτιά
- η, Νβοτ. βλ. σμυρτιά.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
σμυρτιά — Ημιορεινός οικισμός (63 κάτ., υψόμ. 400 μ.), στην επαρχία Δωδώνης, του νομού Ιωαννίνων. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (2 τ. χλμ., 63 κάτ.). * * * και σμερτιά, η, Ν κοινή ονομασία τού φυτού Μyrtus communis τού γένους μύρτος, η μυρτιά. [ΕΤΥΜΟΛ … Dictionary of Greek
μερσίνη — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 160 μ., 19 κάτ.) της Δονούσας. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Δονούσης του νομού Κυκλάδων. * * * και μερσινιά, η 1. κοινή ονομασία τού θαμνώδους και αρωματικού φυτού… … Dictionary of Greek
μυρτιά — Ονομασία τριών οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 360 μ., 651 κάτ.) στην πρώην επαρχία Πεδιάδας του νομού Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νίκου Καζαντζάκη. 2. Οικισμός (24 κάτ.) του νομού Μεσσηνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο… … Dictionary of Greek